σφυγμογραφία

σφυγμογραφία
η
εξέταση του σφυγμού με ειδικό όργανο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • σφυγμογραφία — η, Ν η καταμέτρηση τών αρτηριακών σφύξεων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. sphygmographie (< σφυγμός + γραφία*)] …   Dictionary of Greek

  • σφυγμογραφικός — ή, ό, Ν [σφυγμογραφία] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη σφυγμογραφία …   Dictionary of Greek

  • -γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”